Greek Meaning of lagger

Λαγκ

Other Greek words related to Λαγκ

Definitions and Meaning of lagger in English

Wordnet

lagger (n)

someone who takes more time than necessary; someone who lags behind

Webster

lagger (n.)

A laggard.

FAQs About the word lagger

Λαγκ

someone who takes more time than necessary; someone who lags behindA laggard.

Σαλιγκάρι,ανιχνευτής,βραδυκίνητος,καθυστέρηση,Τράτα,οπισθοδρομικός,αργοπορημένος,αλήτης,τεμπέλης,Αργός

απατεώνας,συσκευή μπέρδεμα,Ταχύτατο αμάξι,Φιλότιμος,βιαστικός,Γρήγορο αυτοκίνητο,πιο βιαστικός

lagged => καθυστερημένος, laggard => οπισθοδρομικός, lagerstroemia speciosa => Αγριοτριανταφυλλιά (Lagerstroemia speciosa), lagerstroemia indica => Λιγούστρο, lagerstroemia => Λαντάνα,