Greek Meaning of shying
ντροπαλός
Other Greek words related to ντροπαλός
Nearest Words of shying
Definitions and Meaning of shying in English
shying (p. pr. & vb. n.)
of Shy
FAQs About the word shying
ντροπαλός
of Shy
συσπαστικός,τρεμάμενη,Υποχωρώ,συρρίκνωση,σπαρταρώντας,ζεμάτισμα,αρχή
καμπουριασμένος,αγκαλιά,Πουλί,αγκαλιάσματα,καμπύλωση,στριμώχνω,υπνάκος
shy person => ντροπαλός άνθρωπος, shy away from => αποφεύγω, shy => ντροπαλός, shwan-pan => αριθμητής, shwa => Σβά,