FAQs About the word sew up

Ράβω

to make certain of, to mend completely by sewing, to get exclusive use or control of

καταναλίσκω,έχω,μονοπωλώ,κατέχω,έλεγχος,γουρούνι,διαχειρίζομαι,ιδιο,κυριαρχεί (σε),απορροφώ

No antonyms found.

severs => κόβει, severances => αποζημιώσεις απολύσεων, setups => εγκαταστάσεις, set-tos => καυγάδες, settling (on or upon) => εγκαθιστώντας (σε ή πάνω),