Greek Meaning of serum
ορός
Other Greek words related to ορός
- αντιβιοτικό
- αντισηπτικό
- θεραπεία
- φάρμακο
- Φάρμακο
- Φαρμακευτική αγωγή
- Ιατρική
- φάρμακο
- βοτανικός
- κάψουλα
- πανάκεια
- ένεση
- Λοσιόν
- φαρμακευτικός
- γιατρικό της γιαγιάς
- πανάκεια
- Φάρμακο με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας
- φαρμακευτικός
- Φυσική
- Φίλτρο
- συνταγή
- Φάρμακο συνταγής
- συγκεκριμένος
- Τονωτικό
- καπέλο
- φιλικός
- επίχρισμα
- λινιμέντο
- Θαυματουργό φάρμακο
- αλοιφή
- χάπι
- κατάπλασμα
- αλοιφή
- δισκίο
- Θαυματουργό φάρμακο
Nearest Words of serum
Definitions and Meaning of serum in English
serum (n)
an amber, watery fluid, rich in proteins, that separates out when blood coagulates
serum (n.)
The watery portion of certain animal fluids, as blood, milk, etc.
A thin watery fluid, containing more or less albumin, secreted by the serous membranes of the body, such as the pericardium and peritoneum.
FAQs About the word serum
ορός
an amber, watery fluid, rich in proteins, that separates out when blood coagulatesThe watery portion of certain animal fluids, as blood, milk, etc., A thin wate
αντιβιοτικό,αντισηπτικό,θεραπεία,φάρμακο,Φάρμακο,Φαρμακευτική αγωγή,Ιατρική,φάρμακο,βοτανικός,κάψουλα
No antonyms found.
sertularian => υδροειδής, sertularia => Σερτουλάρια, sertraline => σερτραλίνη, sertoli's cell => Κύτταρα Sertoli, sertoli cell => Κύτταρα Sertoli,