FAQs About the word scooped

σκαμμένη

of Scoop

βουτηγμένο,αδειασμένος,Με το κουτάλι,τοποθετημένοι σε κουβάδες,Πιάτο,στραγγισμένος,άντλησε,ανεβασμένος,ελευθερώθηκε εγγυημένος,αιμορραγία

γεμάτος,χύθηκε

scoop up => μαζεύω, scoop shovel => Σέσουλα, scoop shot => Σκουπί, scoop out => σκάβω, scoop => Κουτάλι,