Greek Meaning of scooped
σκαμμένη
Other Greek words related to σκαμμένη
Nearest Words of scooped
Definitions and Meaning of scooped in English
scooped (imp. & p. p.)
of Scoop
FAQs About the word scooped
σκαμμένη
of Scoop
βουτηγμένο,αδειασμένος,Με το κουτάλι,τοποθετημένοι σε κουβάδες,Πιάτο,στραγγισμένος,άντλησε,ανεβασμένος,ελευθερώθηκε εγγυημένος,αιμορραγία
γεμάτος,χύθηκε
scoop up => μαζεύω, scoop shovel => Σέσουλα, scoop shot => Σκουπί, scoop out => σκάβω, scoop => Κουτάλι,