Greek Meaning of schoolboy
μαθητής
Other Greek words related to μαθητής
- Εσώκλειστος
- πρίπης
- αναγνώστης
- Μαθητής
- Μαθήτρια
- συμμαθητής
- μαθητής
- μικτό
- φοιτητής
- πρωτοετής φοιτητής
- νέος
- Νηπιαγωγείο
- μεταπτυχιακός
- σνομπ
- Μαθητής
- λόγιος
- συμμαθητής
- φοιτητής
- προπτυχιακός φοιτητής / προπτυχιακή φοιτήτρια
- Φοιτητής ανταλλαγής
- Λυκειόπαιδο
- Παιδί νηπιαγωγείου
- μαθητής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης
- μεσάζοντας
- Δευτεροετής φοιτητής
- μαθητής κατώτερων τάξεων
- προπτυχιακός φοιτητής
- Μεγαλύτερος μαθητής
Nearest Words of schoolboy
- schoolbook => σχολικό βιβλίο
- schoolbag => Σχολική τσάντα
- school-age child => Παιδί σχολικής ηλικίας
- school year => σχολικό έτος
- school text => Σχολικό βιβλίο
- school term => Σχολική χρονιά
- school teacher => δάσκαλος
- school system => σχολικό σύστημα
- school superintendent => σχολικός επιθεωρητής
- school ship => Σχολικό πλοίο
Definitions and Meaning of schoolboy in English
schoolboy (n)
a boy attending school
schoolboy (n.)
A boy belonging to, or attending, a school.
FAQs About the word schoolboy
μαθητής
a boy attending schoolA boy belonging to, or attending, a school.
Εσώκλειστος,πρίπης,αναγνώστης,Μαθητής,Μαθήτρια,συμμαθητής,μαθητής,μικτό,φοιτητής,πρωτοετής φοιτητής
μη φοιτητής
schoolbook => σχολικό βιβλίο, schoolbag => Σχολική τσάντα, school-age child => Παιδί σχολικής ηλικίας, school year => σχολικό έτος, school text => Σχολικό βιβλίο,