Greek Meaning of run (in)

τρέχω μέσα

Other Greek words related to τρέχω μέσα

Definitions and Meaning of run (in) in English

FAQs About the word run (in)

τρέχω μέσα

κλήση,περάστε,έλα,περάσω απο.,πέσει,πατώ πάνω,βήμα σε,σταμάτα (σε ή μέσα),επίσκεψη,σπρώχνω (μέσα)

εκφόρτιση,Απελευθέρωση,απελευθρώνω,δωρεάν,απελευθερώνω,χαλαρός,χαλαρώνω,άνοιξη,αποσυνδέω

rums => ρούμια, rumpuses => φασαρία, rumples => ρυτίδες, rummages => ανακατεύει, rummage sales => Παζάρια παλιατζίδικων,