FAQs About the word resort (to)

καταφεύγω σε

to do or use (something) especially because no other choices are possible

συμβουλεύω,πηγαίνω (σε),παραπέμπω σε,στραφώ (προς),καταφεύγω σε,χρήση,εξαρτάται (από),προσλαμβάνω,βασίζομαι (σε),αξιοποιώ

αποφεύγω,απόδραση,αποφεύγω,κουνάω,αποφεύγω,αποφεύγω,Πάπια,ξεφεύγω,αποφεύγω

resonates => Αντηχεί, resonated => αντήχησε, resolutions => ψηφίσματα, resold => πουλήθηκε ξανά, resists => αντιστέκεται,