Greek Meaning of turn (to)
στραφώ (προς)
Other Greek words related to στραφώ (προς)
Nearest Words of turn (to)
Definitions and Meaning of turn (to) in English
turn (to)
to apply oneself to work
FAQs About the word turn (to)
στραφώ (προς)
to apply oneself to work
συμβουλεύω,πηγαίνω (σε),παραπέμπω σε,καταφεύγω σε,καταφεύγω σε,χρήση,εξαρτάται (από),προσλαμβάνω,βασίζομαι (σε),αξιοποιώ
No antonyms found.
turn (on) => ενεργοποιώ, turmoils => αναταραχές, turista => τουρίστας, turfs (out) => χλοοτάπητες (έξω), turfing (out) => γκαζόν,