Greek Meaning of roomer

συγκάτοικος

Other Greek words related to συγκάτοικος

Definitions and Meaning of roomer in English

Wordnet

roomer (n)

a tenant in someone's house

Webster

roomer (n.)

A lodger.

Webster

roomer (a.)

At a greater distance; farther off.

FAQs About the word roomer

συγκάτοικος

a tenant in someone's houseA lodger., At a greater distance; farther off.

ενοικιαστής,ενοικιαστής,εσωτερικός μαθητής,καλεσμένος,μισθωτής,ενοικιαστής,κάτοικος,συγκάτοικος,Επισκέπτης,συνιδιοκτήτης

Ενοικιαστής,εκμισθωτής,γράμμα,Laird,Ιδιοκτήτρια,ιδιοκτήτης γης,οικοδεσπότης,ξενοδόχος,Γαιοκτήμονας,ιδιοκτήτης παραγκουπόλεων

roomed => δωμάτιο, roomage => δωμάτιο, room temperature => θερμοκρασία δωματίου, room rate => Τιμή δωματίου, room light => Φωτιστικό δωματίου,