Greek Meaning of rocker
Ρόκερ
Other Greek words related to Ρόκερ
- Εθνικός Ύμνος
- άρια
- μπαλάντα
- Μπλουζ
- Τραγούδι
- ψαλμός
- σουρούπια
- Χοροί
- τραγουδάω αισθαντικά.
- κομμάτι
- παραδοσιακό τραγούδι
- Γκλί
- νανούρισμα
- Στίχοι
- μαδριγάλι
- ποπ
- γύρος
- Ροντό
- σερενάδα
- καλύβα
- σόλο
- φωνητικός
- Τραγούδι τέχνης
- Μπαρκαρόλα
- Μπαρκαρόλα
- καντάτα
- Ὕμνος, ᾠδή
- κάλαντα
- ναυτικό τραγούδι
- χορωδια
- σοπράνο
- θρήνος
- δίσκαντο
- αλληλούια
- ύμνος
- κουδούνισμα
- θρηνείν
- τοποθετώ
- μοτέτο
- ύμνος
- ψαλμός
- Ρέκβιεμ
- τραγούδι
- πνευματικός
- πρότυπο
- θρήνος
- Τραγούδι με πολλές φωνές
- εξώφυλλο
- Τραγούδι πόσης
- μεντλέι
- Νόελ
- Ρεμίξ
- Λαϊκό τραγούδι
- Πολεμικό τραγούδι (Polemikó tragoudí)
Nearest Words of rocker
Definitions and Meaning of rocker in English
rocker (n)
an attendant who rocks a child in a cradle
a performer or composer or fan of rock music
a teenager or young adult in the 1960s who wore leather jackets and rode motorcycles
a chair mounted on rockers
a trough that can be rocked back and forth; used by gold miners to shake auriferous earth in water in order to separate the gold
an ice skate with a curved blade
a curved support that permits the supported object to rock to and fro
rocker (n.)
One who rocks; specifically, one who rocks a cradle.
One of the curving pieces of wood or metal on which a cradle, chair, etc., rocks.
Any implement or machine working with a rocking motion, as a trough mounted on rockers for separating gold dust from gravel, etc., by agitation in water.
A play horse on rockers; a rocking-horse.
A chair mounted on rockers; a rocking-chair.
A skate with a curved blade, somewhat resembling in shape the rocker of a cradle.
Same as Rock shaft.
FAQs About the word rocker
Ρόκερ
an attendant who rocks a child in a cradle, a performer or composer or fan of rock music, a teenager or young adult in the 1960s who wore leather jackets and ro
Εθνικός Ύμνος,άρια,μπαλάντα,Μπλουζ,Τραγούδι,ψαλμός,σουρούπια,Χοροί,τραγουδάω αισθαντικά.,κομμάτι
No antonyms found.
rockelay => Ροκέλεϊ, rockefeller => Ροκφέλερ, rocked => κούνησε, rockcress => αραβίδα, rockchuck => Σίβιλος,