FAQs About the word reissuing

επανέκδοση

to cause to become available again, to come forth again, to issue again

έκδοση,επανέκδοση,αναδημοσίευση,Συνέκδοση,συμβάλλοντα,Συνέκδοση,έκδοση,σειροθέτηση,διανομή,Επεξεργασία

κατασταλτικός,Λογοκρισία

reissued => επανεκδόθηκε, reinvigorating => τονωτικός, reinvestigations => Επανακρίσεις, reinvestigation => επανέλεγχος, reinventions => επανεφευρέσεις,