Greek Meaning of rechannelled

διοχετευμένο

Other Greek words related to διοχετευμένο

Definitions and Meaning of rechannelled in English

rechannelled

to direct into a different channel

FAQs About the word rechannelled

διοχετευμένο

to direct into a different channel

αποφεύχθηκε,εκτροπή,αποκλίνων,εκτραπεί,μετακινηθήκαμε,ανακατευθυνόμενος,μετατοπίστηκε,εκτροπιασμένος,Αποπροσανατολισμένος,εναλλασσόμενος

No antonyms found.

rechanneling => επαναδρομολόγηση, rechanneled => επανακατευθύνθηκε, rechannel => ανακατευθύνω, recessions => Υφέσεις, recesses => εσοχές,