FAQs About the word put-on

επιτηδευμένος

δον,Εξοπλισμός,γλιστρώ (πάνω ή μέσα σε),ρίχνω (πάνω),φόρεμα,ρούχα,Πίνακας,ενδυμασία,διακοσμώ,στολίζω

αφαιρώ,απογειώνω,βγάζω,Λωρίδα,απογυμνώνω,Ξεντύνομαι

putoff => αναβολή, putin => Πούτιν, putdownable => συναρπαστικό, put-down => υποτίμηση, putative => υποτιθέμενος,