Greek Meaning of proportionally
αναλογικά
Other Greek words related to αναλογικά
Nearest Words of proportionally
- proportionality => αναλογικότητα
- proportional tax => Αναλογικός φόρος
- proportional sampling => Αναλογική δειγματοληψία
- proportional sample => αναλογικό δείγμα
- proportional representation => Αναλογική εκπροσώπηση
- proportional font => Αναλογική γραμματοσειρά
- proportional counter tube => Αναλογικός μετρητής σωλήνων
- proportional counter => Αναλογικός μετρητής
- proportional => Αναλογικός
- proportionable => αναλογικός
- proportionate => Αναλογικός
- proportionately => αναλογικά
- proportionateness => αναλογικότητα
- proposal => πρόταση
- proposal of marriage => πρόταση γάμου
- propose => προτείνω
- proposer => Προσφέρων
- proposition => Πρόταση
- propositional calculus => Προτασιακός λογισμός
- propositional logic => Προτασιακή λογική
Definitions and Meaning of proportionally in English
proportionally (r)
to a proportionate degree
FAQs About the word proportionally
αναλογικά
to a proportionate degree
ισορροπημένος,ανάλογος,συγκρίσιμος,αναλογικός,Αναλογικός,συμμετρήσιμος,συσχετικός,αμοιβαία,σχετικός,συμμετρικός
δυσανάλογος,ασύμμετρος,ασύμμετρος,Διαστρεβλωμένο,ακανόνιστος,Στριμμένο,ασύμμετρο,ασύμμετρος,ανισόρροπος,ασύμμετρος
proportionality => αναλογικότητα, proportional tax => Αναλογικός φόρος, proportional sampling => Αναλογική δειγματοληψία, proportional sample => αναλογικό δείγμα, proportional representation => Αναλογική εκπροσώπηση,