Greek Meaning of progressiveness
Πρόοδος
Other Greek words related to Πρόοδος
Nearest Words of progressiveness
- progressively => Προοδευτικά
- progressive vaccinia => Προοδευτική δαμαλίτιδα
- progressive tense => Συντελεσμένος ενεστώτας
- progressive tax => προοδευτικός φόρος
- progressive rock => Προοδευτικό ροκ
- progressive party => Προοδευτικό κόμμα
- progressive emphysematous necrosis => Προοδευτική εμφυσηματώδης νέκρωση
- progressive aspect => προοδευτική όψη
- progressive => προοδευτικός
- progress to => προοδεύουμε σε
- progressivism => προοδευτικότητα
- progressivity => προοδευτικότητα
- progymnosperm => Προγυμνόσπερμο
- prohibit => απαγορεύω
- prohibited => απαγορευμένος
- prohibition => Απαγόρευση
- prohibition era => Εποχή της Πρόισης
- prohibition party => Κόμμα Απαγόρευσης
- prohibitionist => υποστηρικτής της απαγόρευσης
- prohibitive => απαγορευτικός
Definitions and Meaning of progressiveness in English
progressiveness (n)
advancement toward better conditions or policies or methods
FAQs About the word progressiveness
Πρόοδος
advancement toward better conditions or policies or methods
εκκεντρικότητα,Φρεσκάδα,καινοτομία,καινότητα,πρωτοτυπία,περιέργεια,έλλειψη εξοικείωσης,ασυνήθιστοτητα,αναχώρηση,απόκλιση
κοινοτοπία,Συνήθεια,οικειότητα,μπαγιατίλα,Απαρχαιωσις
progressively => Προοδευτικά, progressive vaccinia => Προοδευτική δαμαλίτιδα, progressive tense => Συντελεσμένος ενεστώτας, progressive tax => προοδευτικός φόρος, progressive rock => Προοδευτικό ροκ,