Greek Meaning of pricing
Τιμολόγηση
Other Greek words related to Τιμολόγηση
- Ανάλυση
- διαπιστώνοντας
- αποφασίζοντας
- υπισχνόμενος
- ανακαλύπτω
- εκτίμηση
- αξιολογώντας
- κρίνοντας
- μάθηση
- βραβείο
- δοκιμές
- εκτίμηση
- κρίση
- αξιολόγηση
- δοκίμαζω
- αξιολόγηση
- θεωρώντας
- υπολογίζοντας περίπου
- Βαθμολογία
- εκ νέου αποτίμηση
- επαναξιολόγηση
- επαναξιολόγηση
- Ανατίμηση
- ρύθμιση
- κατακάθιση
- τοπογραφία.
- αξιολόγηση
- υποτίμηση
- Λανθασμένη κρίση
- περιφρόνηση
- επαναξιολόγηση
- επανακρίνοντας
- επανεκτιμώντας
- αξιολόγηση
- υποτιμώ
- υποτίμηση
Nearest Words of pricing
- pricey => ακριβός
- price-to-earnings ratio => Λόγος τιμής προς κέρδη
- pricelessness => ανεκτίμητος
- priceless => Ανεκτίμητος
- price-fixing => Συνεννόηση σχετικά με την τιμή
- price-controlled => με ελεγχόμενες τιμές
- price war => πόλεμος τιμών
- price tag => ετικέτα τιμής
- price support => Υποστήριξη τιμών
- price reduction => Μείωση τιμής
Definitions and Meaning of pricing in English
pricing (n)
the evaluation of something in terms of its price
FAQs About the word pricing
Τιμολόγηση
the evaluation of something in terms of its price
Ανάλυση,διαπιστώνοντας,αποφασίζοντας,υπισχνόμενος,ανακαλύπτω,εκτίμηση,αξιολογώντας,κρίνοντας,μάθηση,βραβείο
No antonyms found.
pricey => ακριβός, price-to-earnings ratio => Λόγος τιμής προς κέρδη, pricelessness => ανεκτίμητος, priceless => Ανεκτίμητος, price-fixing => Συνεννόηση σχετικά με την τιμή,