FAQs About the word permeated

Definition not available

of Permeate

διαποτισμένος,διάχυτος,πλημμυρισμένος,διαπερνώνται,τρυπημένος,μεταγγιζόμενoς,διάχυτος (δια μέσου),Μουσκέματος,γεμάτο,Εμποτισμένο

No antonyms found.

permeant => διαπερατός, permeance => Διαπερατότητα, permeably => διαπερατά, permeableness => διαπερατότητα, permeable => Διαπερατό,