Greek Meaning of permansion
Μέγαρο
Other Greek words related to Μέγαρο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of permansion
- permanganic acid => υπερμαγγανικό οξύ
- permanganic => υπερμαγγανικού
- permanganate of potash => Περμαγγανικό κάλιο
- permanganate => Περμαγγανικό άλας
- permanent-press => μόνιμα σιδερωμένο
- permanently => μόνιμα
- permanent wave => Μόνιμο σπάσιμο
- permanent tooth => μόνιμα δόντια
- permanent press => Μόνιμη πρέσα
- permanent magnet => μόνιμος μαγνήτης
Definitions and Meaning of permansion in English
permansion (n.)
Continuance.
FAQs About the word permansion
Μέγαρο
Continuance.
No synonyms found.
No antonyms found.
permanganic acid => υπερμαγγανικό οξύ, permanganic => υπερμαγγανικού, permanganate of potash => Περμαγγανικό κάλιο, permanganate => Περμαγγανικό άλας, permanent-press => μόνιμα σιδερωμένο,