Greek Meaning of organised
οργανωμένοι
Other Greek words related to οργανωμένοι
- τακτοποιώ
- Ταξινομήσω
- παραγγελία
- Πίνακας
- κωδικοποιώ
- διαθέτω
- συντάσσειν
- απλώνω
- μαρσάλ
- Στρατάρχης
- τόπος
- εύρος
- συστηματοποιώ
- ευθυγραμμίζω
- ευθυγραμμίζω
- αλφαβητικά
- ενδειξη
- Οθόνη
- αρχείο
- γαμπρός
- γραμμή
- Στέκομαι σε ουρά
- μακιγιάζ
- προτεραιοποιώ
- ουρά
- ακολουθία
- σετ
- αναχωρώ
- στολίζω
- ευθυγραμμίζω (πάνω)
- τακτοποιημένος
- Αποκρυπτογράφηση
Nearest Words of organised
Definitions and Meaning of organised in English
organised (s)
being a member of or formed into a labor union
FAQs About the word organised
οργανωμένοι
being a member of or formed into a labor union
τακτοποιώ,Ταξινομήσω,παραγγελία,Πίνακας,κωδικοποιώ,διαθέτω,συντάσσειν,απλώνω,μαρσάλ,Στρατάρχης
αναστατώνω,αποδιοργανώνω,ακαταστασία,διαταραχή,αναστατωμένος,χάος (πάνω),Χάλασε (πάνω),Τσακίζω
organise => Οργανώνω, organisational => οργανωτικός, organisation => οργανισμός, organification => Οργάνωση, organific => οργανικό,