Greek Meaning of organical
βιολογικό
Other Greek words related to βιολογικό
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of organical
- organic structure => Οργανική δομή
- organic process => οργανική διαδικασία
- organic phenomenon => Οργανικό φαινόμενο
- organic light-emitting diode => Οργανική δίοδος εκπομπής φωτός
- organic law => Οργανικός νόμος
- organic fertilizer => Οργανικά λιπάσματα
- organic fertiliser => Βιολογικό λίπασμα
- organic evolution => Οργανική εξέλιξη
- organic disorder => οργανική διαταραχή
- organic compound => οργανική ένωση
Definitions and Meaning of organical in English
organical (a.)
Organic.
FAQs About the word organical
βιολογικό
Organic.
No synonyms found.
No antonyms found.
organic structure => Οργανική δομή, organic process => οργανική διαδικασία, organic phenomenon => Οργανικό φαινόμενο, organic light-emitting diode => Οργανική δίοδος εκπομπής φωτός, organic law => Οργανικός νόμος,