Greek Meaning of odalisques
οντάλ
Other Greek words related to οντάλ
Nearest Words of odalisques
Definitions and Meaning of odalisques in English
odalisques
a concubine in a harem, an enslaved woman
FAQs About the word odalisques
οντάλ
a concubine in a harem, an enslaved woman
δουλοπάροικοι,εγγυητές,δούλες,δούλες,κινητά πράγματα,δουλοπάροικοι,υπηρέτριες,υπηρέτριες,εἵλωτες,υπηρέτες
απελεύθεροι,ελεύθεροι άνθρωποι,ιδιοκτήτες σκλάβων,δουλέμποροι,απελευθερωμένες γυναίκες,δάσκαλοι,δουλέμποροι,Εμπόροι σκλάβων,εργοδηγοί
oceanographical => ωκεανογραφικός, oceanographic => ωκεανογραφικός, Oceanids => Ωκεανίδες, oceanfronts => παραθαλάσσιο μέτωπο, occurrences => περιστατικά,