FAQs About the word odoriferousness

οσμή

yielding an odor, odorous, morally offensive

δυσωδία,βρωμιά,φάνκ,δυσωδία,Μούχλα,δυσωδία,τάγγισμα,δυσωδία,μπαγιατίλα,δυσωδία

αρώματα,άρωμα,άρωμα,γλυκάδα,μπουκέτο,ανθοφορία,Πικάντικο,Αμβροσία,αφθονία,γεύση

odored => Μυρωδάτο, odiferous => δυσώδης, odea => Ωδή, oddsmaker => bookmaker, oddballs => Παράξενοι τύποι,