Greek Meaning of nutlike

καρυδόμορφος

Other Greek words related to καρυδόμορφος

Definitions and Meaning of nutlike in English

Wordnet

nutlike (s)

having the flavor of nuts

resembling a nut in shape and size

FAQs About the word nutlike

καρυδόμορφος

having the flavor of nuts, resembling a nut in shape and size

Χαρακτήρας,μπιέλα,εκκεντρικός,νιφάδα,Μποέμ,γέρος,ρωγμή,τρελός,Τρελός,τέρας

Ακόλουθος,πρόβατο,συμμορφωτής,συμμορφωμένος

nutlet => καρύδι, nut-leaved screw tree => Δέντρο κατσαβίδι με φύλλα καρυδιάς, nutjobber => τρελός, nuthouse => Ψυχιατρικό νοσοκομείο, nuthook => καρυοθραύστης.,