Greek Meaning of noncriminal

μη εγκληματικό

Other Greek words related to μη εγκληματικό

Definitions and Meaning of noncriminal in English

noncriminal

not guilty of or prone to criminal activity, not criminal

FAQs About the word noncriminal

μη εγκληματικό

not guilty of or prone to criminal activity, not criminal

επιτρεπόμενο,εξουσιοδοτημένος,δικαιολογημένος,νόμιμος,νόμιμο,νόμιμος,επιτρεπτός,συνταγματικός,νόμιμος,νόμιμος

κακός,εγκληματίας,κακός,παράνομος,νόθος,παράνομος,ανήθικος,αμαρτωλός,παράνομος,λάθος

noncrimes => μη εγκλήματα, noncrime => μη εγκληματικότητα, noncorrosive => Αντισκωριακό, noncooperative => μη συνεργάσιμη, noncooperation => Μη συνεργασία,