Greek Meaning of metallic
μεταλλικός
Other Greek words related to μεταλλικός
- Βροντερός
- κακόφωνος
- κρότος
- ηχηρός
- συγκρουόμενο
- ασύμφωνος
- δυσαρμονικός
- σίτα
- δυσαρμονικός
- κρότος
- ενοχλητικός
- θορυβώδης
- βραχνός
- θορυβώδης
- ξύσιμο
- τσιριχτός
- οξύς
- Τρίζοντας
- στριγγός
- δυσμουσικός
- δυσάρεστος
- άτονος
- θόρυβος
- δείπνο
- δυσάρεστος
- σκληρός
- στριγκό
- ηχηρός
- άτονος
- άμουσος
- Δυσάρεστος
- σιωπηλός
- θορυβώδης
- εκτός τόνου
- ηχηρός
- θορυβώδης
- αρμονικός
- εναρμονιστική
- μελωδικός
- γλυκός
- μελωδικός
- μελωδικός
- μιούζικαλ
- συντονισμένος
- ηχηρός
- γλυκό
- μελωδικός
- ευχάριστος
- ελκυστικός
- γλυκός
- ευφωνος
- αρμονικός
- μελωδικός
- Στίχοι
- λυρικός
- μελωδικός
- ορχηστρικό
- ευχάριστος
- ρυθμικός
- ρυθμική
- συμφωνικός
- τονικός
- ρυθμισμένος
- Ήρεμος
- Χορδότα
- Ομοηχικός
- σιωπηλός
- σιωπηλός
- πολυφωνικός
- Πολυφωνία
- τρεμάμενος
- ήσυχος
- σιωπηλός
- σιωπηλός
- ακόμα
- συμφωνικός
- τρίλιος
- κελάιδημα
Nearest Words of metallic
- metallic bond => Μεταλλικός δεσμός
- metallic element => στοιχείο
- metallical => μεταλλικός
- metallic-colored => Μεταλλικού χρώματος
- metallic-coloured => Μεταλλικού χρώματος
- metallic-looking => Μεταλλική εμφάνιση
- metallicly => μεταλλικά
- metallifacture => μεταλλουργία
- metalliferous => μεταλλοφόρος
- metalliform => μεταλλικόμορφος
Definitions and Meaning of metallic in English
metallic (n)
a fabric made of a yarn that is partly or entirely of metal
a yarn made partly or entirely of metal
metallic (a)
containing or made of or resembling or characteristic of a metal
metallic (a.)
Of or pertaining to a metal; of the nature of metal; resembling metal; as, a metallic appearance; a metallic alloy.
Of, pertaining to, or characterized by, the essential and implied properties of a metal, as contrasted with a nonmetal or metalloid; basic; antacid; positive.
FAQs About the word metallic
μεταλλικός
a fabric made of a yarn that is partly or entirely of metal, a yarn made partly or entirely of metal, containing or made of or resembling or characteristic of a
Βροντερός,κακόφωνος,κρότος,ηχηρός,συγκρουόμενο,ασύμφωνος,δυσαρμονικός,σίτα,δυσαρμονικός,κρότος
αρμονικός,εναρμονιστική,μελωδικός,γλυκός,μελωδικός,μελωδικός,μιούζικαλ,συντονισμένος,ηχηρός,γλυκό
metalled => μεταλλοποιημένος, metalize => μεταλλώνω, metaling => μεταλλοποίηση, metalhead => μεταλλάς, metaleptical => μεταληπτικός,