FAQs About the word lorded (it over)

εξουσιάζω πάνω του

κόβω,προστατευμένος,μίλησα σε κάποιον με συγκαταβατικό τόνο,condescend,βασίλευε (επάνω),αδιαφορώ,με ψηλό καπέλο,προσβάλλω,απορριφθεί

No antonyms found.

lord (it over) => δεσπόζω, lops (off) => κόβω (off), lopping (off) => αποκοπή (αποκοπή), lopped (off) => κομμένο (από), lopes => τρέχω,