FAQs About the word lain

ξαπλωμένος

of Lie, v. i., of Lie

γεννημένος,διευρυμένο,πήγε,οδήγησε,τρέχω,γεννημένη,σταυρωμένος,κόβω,ακολούθησε,επικεφαλής

εμφανίστηκε,βγες,εμφανίστηκε,ανέβηκε,υλοποιημένος,παρουσιάστηκε

laid-off => απολυμένος, laidly => Άσχημη, laid-back => χαλαρός, laid up => στον πάγκο, laid paper => Χαρτί laid,