Greek Meaning of kiboshes
δυσκολεύει
Other Greek words related to δυσκολεύει
- καθυστερήσεις
- σταματά
- τετράγωνα
- διακόπτει
- σπάει
- κονσέρβες
- σταματά
- Κλείνει (κάτω)
- ολοκληρώνει
- κόβει
- κόβει
- Κατέχει
- τέλη
- παραδίδει
- σταματά
- εμποδίζει
- Κρατάει
- κρατάει πίσω
- εμποδίζει
- κόβει
- απολύει
- αφήνει
- Εμποδίζει
- _(packs (up or in))_ συσκευάζει
- κλείνει
- μίσχοι
- φρένα
- παραιτείται
- Συλλήψεις
- αποκλεισμοί
- διαλείμματα
- κλήσεις
- επιταγές
- αυστηροποιεί
- καταλήγει
- φράγματα
- απενεργοποιεί
- (για) παύει/διακόπτει (από)
- διακόπτει
- σταγόνες
- τελειώνει
- Χαλινάρια (σε)
- γραμματόσημα
- αναστέλλει
- επιστρέφει
- μένει
- καταργεί
- διακόπτει
- ακυρώνει
- Καταστρέφει
- καταστρέφει
- διαλύεται
- παύσεις
- ερείπια
- φινιστρίνια
- σβήνει
- κολοκύθες
- καταπνίγει
- Σταθεροποιεί
- ακροβατικά
- καταστέλλει
Nearest Words of kiboshes
Definitions and Meaning of kiboshes in English
kiboshes
end entry 1 sense 2a, stop, something that serves as a check or stop
FAQs About the word kiboshes
δυσκολεύει
end entry 1 sense 2a, stop, something that serves as a check or stop
καθυστερήσεις,σταματά,τετράγωνα,διακόπτει,σπάει,κονσέρβες,σταματά,Κλείνει (κάτω),ολοκληρώνει,κόβει
έσοδα,προόδους,συνεχίζει,συνεχίζεται,λειτουργεί με,οδήγησης,ακολουθεί (με),συνομιλεί,προοδεύει,ενεργοποιεί
kiboshed => τερματίστηκε, kibitzing => kibitzing, kibitzers => Παρατηρητές, kibitzed => σιμπιτίζειν, kibbling => Θρυμματισμός,