Greek Meaning of inter
inter
Other Greek words related to inter
Nearest Words of inter
- inter- => δια-
- inter alia => μεταξύ άλλων
- inter vivos trust => εμπιστευματική σχέση εν ζωή (inter vivos).
- interact => αλληλεπιδρώ
- interaction => αλληλεπίδραση
- interactional => Αλληλεπιδραστικός
- interactive => Διαδραστικός
- interactive multimedia => Διαδραστικά πολυμέσα
- interactive multimedia system => Διαδραστικό πολυμεσικό σύστημα
- interadditive => αλληλεπιδραστικός
Definitions and Meaning of inter in English
inter (v)
place in a grave or tomb
inter (v. t.)
To deposit and cover in the earth; to bury; to inhume; as, to inter a dead body.
FAQs About the word inter
Definition not available
place in a grave or tombTo deposit and cover in the earth; to bury; to inhume; as, to inter a dead body.
θάβω,ΘΑΒΩ,κρύβω,θάψω,τοποθετώ,βάζω μακριά,τάφος,Μανδύας,φέρετρο,κρύβω
Γυμνός,καίω,ανακαλύπτω,εκταφή,Οθόνη,έκθεση,εκταφή,εκθέτω,αποκαλύπτω,Δείχνω
intentness => Πρόθεση, intently => προσεκτικά, intentiveness => προσοχή, intentively => προσεκτικά, intentive => προσεκτικός,