FAQs About the word ingression

διείσδυση

Act of entering; entrance.

πρόσβαση,προσχώρηση,πόρτα,είσοδος,καταχώριση,εισαγωγή,Είσοδος,πόρτα,Πύλη,κλειδί

εκφόρτιση,απόλυση,απέλαση,απόρριψη,αφαίρεση,Έκρηξη,καθαίρεση

ingress => είσοδος, ingres => Ενγκρ, ingredient => συστατικό, ingrediency => συστατικό, ingredience => συστατικό,