Greek Meaning of horsehide
δέρμα αλόγου
Other Greek words related to δέρμα αλόγου
- αλιγάτορας
- αντιλόπη
- Δέρμα μοσχαριού
- γαμούζα
- Παλτό
- κορδονάν
- Δέρμα αγελάδας
- κροκόδειλος
- δέρμα ελαφιού
- δέρμα ελαφιού
- μαλλί πρόβατου
- δέρμα κατσίκας
- Παιδί
- δέρμα εριφίου
- δέρμα αρνιού
- Μαρόκο
- Γούνα
- Χοιρινή πέτσα
- φώκια
- Δέρμα καρχαρία
- Δέρμα προβάτου
- δέρμα φιδιού
- Κατσικίσιο δέρμα
- κάπα
- Γούνα
- Δέρμα
- στρουθοκάμηλος
- Νυέδα
- κρύβω
- Νουμπούκ
- Βερνικωμένο δέρμα
- δέρμα
Nearest Words of horsehide
Definitions and Meaning of horsehide in English
horsehide (n)
leather from the hide of a horse
horsehide (n.)
The hide of a horse.
Leather made of the hide of a horse.
FAQs About the word horsehide
δέρμα αλόγου
leather from the hide of a horseThe hide of a horse., Leather made of the hide of a horse.
αλιγάτορας,αντιλόπη,Δέρμα μοσχαριού,γαμούζα,Παλτό,κορδονάν,Δέρμα αγελάδας,κροκόδειλος,δέρμα ελαφιού,δέρμα ελαφιού
No antonyms found.
horse-head => κεφάλι αλόγου, horsehead => Κεφάλι αλόγου, horsehair wig => Περούκα με τρίχες αλόγου, horsehair lichen => Χαίτη αλόγου, horsehair => τρίχα αλόγου,