Greek Meaning of haw.

Χω

Other Greek words related to Χω

Definitions and Meaning of haw. in English

FAQs About the word haw.

Χω

στρίφωμα,Διστάζω,διστάζω,περιμένω,υποχωρώ,ισορροπία,τριγυρνώ,καθυστέρηση,δισταγμός,διστάζω

αποφασίζω,πρόοδος,συνεχίζω,Κατάδυση (σε),βουτάω (μέσα),ανακατεύω,προϋπολογισμός

haw => χα (cha), havoc => καταστροφή, havior => Συμπεριφορά, having => έχοντας, havildar => λοχίας,