Greek Meaning of greatheartedly
μεγαλοκάρδια
Other Greek words related to μεγαλοκάρδια
Nearest Words of greatheartedly
- great powers => Μεγάλες δυνάμεις
- great houses => μεγάλα σπίτια
- great house => μεγάλο σπίτι
- greasing the palm of => δωροδοκώ
- greasing the hand of => δωροδοκώ
- greased the palm of => Άλειψε τον ανοιχτό χειροπίαρα
- greased the hand of => δωροδόκηση
- grease the palm of => Δωροδοκεῖν
- grease the hand of => δωροδοκώ
- grazes => βόσκει
- greatheartedness => μεγαλοκαρδία
- green snakes => πράσινα φίδια
- green with envy => Πράσινος από τη ζήλια
- greenbacks => τα χαρτονομίσματα
- greenhorns => αρχάριοι
- green-light => πράσινο φως
- green-lighting => Δίνω το πράσινο φως
- greenswards => χλοοτάπητες
- greenwoods => Γκρίνγουντς
- greeting(s) => Χαιρετισμός
Definitions and Meaning of greatheartedly in English
greatheartedly
generous, magnanimous, nobly generous, courageous, characterized by bravery
FAQs About the word greatheartedly
μεγαλοκάρδια
generous, magnanimous, nobly generous, courageous, characterized by bravery
πολύ,ηρωικά,εντίμως,γενναία,με ευγενή τρόπο,γενναιόδωρα,ευγενώς,σεβασμιότατος,γενναία,ανδρεία
απαίσια,Χαμηλά,,άτιμα,Απεχθώς,ανέντιμα,άσχημα,άθλια,άθλια,αγενώς
great powers => Μεγάλες δυνάμεις, great houses => μεγάλα σπίτια, great house => μεγάλο σπίτι, greasing the palm of => δωροδοκώ, greasing the hand of => δωροδοκώ,