Greek Meaning of grandiloquence
grandiloquence
Other Greek words related to grandiloquence
- βόμβα
- Καυχημά
- κομπασμός
- κομπασμός
- ρητορική
- Ροδομοντάδα
- φαμφαρωνιά
- ταύρος
- κουβέντα
- Φανφαρονισμός
- αέριο
- κομπασμός
- Ζεστός αέρας
- ρητορική
- αλαζονεία
- φλυαρία
- ραψωδία
- ραιμοσιλογίας
- οίδημα
- πολυλογία
- τραύλισμα
- κουτσομπολεύω
- φλυαρία
- αβρόχοπος
- ανοησίες
- εγωισμός
- κουβέντα
- τη φλυαρία
- Ανοησία
- κουβέντα
- μάσημα
- θόρυβος
- κουβέντιαρης
- φλυαρία
- εγωισμός
- Αυτοπεποίθηση
- αλαζονεία
- καυχιένται
- άνεμος
- ανεμοφύσημα
- κουβέντα
Nearest Words of grandiloquence
Definitions and Meaning of grandiloquence in English
grandiloquence (n)
high-flown style; excessive use of verbal ornamentation
grandiloquence (n.)
The use of lofty words or phrases; bombast; -- usually in a bad sense.
FAQs About the word grandiloquence
grandiloquence
high-flown style; excessive use of verbal ornamentationThe use of lofty words or phrases; bombast; -- usually in a bad sense.
βόμβα,Καυχημά,κομπασμός,κομπασμός,ρητορική,Ροδομοντάδα,φαμφαρωνιά,ταύρος,κουβέντα,Φανφαρονισμός
No antonyms found.
grandfatherly => πατρικός, grandfather clock => Παλιό ρολόι, grandfather clause => παππούς όρος, grandfather => Παππούς, grandevous => Μεγαλοπρεπής,