Greek Meaning of fanfaronade

Φανφαρονισμός

Other Greek words related to Φανφαρονισμός

Definitions and Meaning of fanfaronade in English

Webster

fanfaronade (n.)

A swaggering; vain boasting; ostentation; a bluster.

FAQs About the word fanfaronade

Φανφαρονισμός

A swaggering; vain boasting; ostentation; a bluster.

Καυχημά,κουβέντα,κομπασμός,Ζεστός αέρας,ρητορική,ραιμοσιλογίας,Ροδομοντάδα,φαμφαρωνιά,βόμβα,κομπασμός

No antonyms found.

fanfaron => φαντασμένος, fanfare => φανφάρα, fanega => φανέγκα, fane => ναός, fandom => Φάντομ,