Greek Meaning of giving one's word
δίνοντας το λόγο του
Other Greek words related to δίνοντας το λόγο του
Nearest Words of giving one's word
- giving one the gate => δίνοντας σε κάποιον την πύλη
- giving one the creeps => προκαλέσει ανατριχίλα
- giving off => εκπνέει
- giving of => προσφέροντας
- giving in (to) => παραχωρώ (σε)
- giving in => παραχώρηση
- giving ground => υποχωρώ
- giving birth to => γέννηση
- giving back => ανταπόδοση
- giving away => που δίνεται μακριά
- giving out => δίνοντας
- giving over => παράδοση
- giving rise to => που προκαλεί
- giving the lie to => διαψεύδω
- giving the third degree to => δίνοντας τον τρίτο βαθμό σε
- giving up (to) => υποχωρώ (σε)
- giving up the ghost => πεθαίνω
- giving way => παραχώρηση
- giving way (to) => παραχωρείν το δρόμο (σε)
- glad rags => Γιορτινά ρούχα
Definitions and Meaning of giving one's word in English
giving one's word
to promise something
FAQs About the word giving one's word
δίνοντας το λόγο του
to promise something
υπόσχεση,ελπιδοφόρος,βρισιές,ορκίζοντας,Συμφωνία,διαθήκη,διασφαλίζοντας,προσχωρούντος,αρραβώνας,επιβεβαιωτικός
No antonyms found.
giving one the gate => δίνοντας σε κάποιον την πύλη, giving one the creeps => προκαλέσει ανατριχίλα, giving off => εκπνέει, giving of => προσφέροντας, giving in (to) => παραχωρώ (σε),