Greek Meaning of generalities

γενικότητες

Other Greek words related to γενικότητες

Definitions and Meaning of generalities in English

Webster

generalities (pl.)

of Generality

FAQs About the word generalities

γενικότητες

of Generality

ιδέες,έννοιες,γενικεύσεις,έννοιες,στερεότυπα,Κλισέ,υποθέσεις,οι θεωρίες,βρωμίδια,Κλισέ

αξεσουάρ,Συστατικά,συστατικά,στοιχεία,επεκτάσεις,συστατικά,μέρη,ενότητες,αξεσουάρ,συμπληρώματα

generalist => γενικευτής, generalissimo => Γενικός αρχιστράτηγος, generalised => γενικευμένο, generalise => γενικεύω, generalisation => γενίκευση,