Greek Meaning of freebooting
πειρατεία
Other Greek words related to πειρατεία
Nearest Words of freebooting
- freebooty => λάφυρα
- freeborn => ελεύθερος
- freed => απελευθερωμένος
- free-denizen => ελεύθερος πολίτης
- freedman => απελεύθερος
- freedmen => απελεύθεροι
- freedom => ελευθερία
- freedom fighter => αγωνιστής για την ελευθερία
- freedom from cruel and unusual punishment => Προστασία από σκληρές και ασυνήθιστες τιμωρίες
- freedom from discrimination => ελευθερία από τις διακρίσεις
Definitions and Meaning of freebooting in English
freebooting (n.)
Robbery; plunder; a pillaging.
freebooting (a.)
Acting the freebooter; practicing freebootery; robbing.
FAQs About the word freebooting
πειρατεία
Robbery; plunder; a pillaging., Acting the freebooter; practicing freebootery; robbing.
πειρατής,Πειρατής,κουρσάρος,Κορσάρος,βεβηλωτής,ληστής,Ληστευτής,ληστής,ληστής,επιδρομέας
No antonyms found.
freebootery => πειρατεία, freebooter => πειρατής, freeboard deck => Κατάστρωμα ελεύθερου ύψους, freebie => Δωρεάν, freebee => δωρεάν,