FAQs About the word forayer

αναζητητής

One who makes or joins in a foray.

ενέδρα,επιτιθέμενος,Επιτιθέμενος,γεράκι,ο εκκινητής,ληστής,γεράκι πολέμου,επιτιθέμενος,Ενέδρα,υπαίτιος

υπερασπιστής,περιστέρι,Ειρηνιστής,ειρηνοποιός,μη εμπόλεμο

foray into => επιδρομή σε, foray => επιδρομή, forasmuch => επειδή, foraminous => Πορώδης, foraminiferous => τρηματοφόρος,