Greek Meaning of fair-haired
ξανθός
Other Greek words related to ξανθός
Nearest Words of fair-haired
Definitions and Meaning of fair-haired in English
fair-haired (s)
favorite
fair-haired (a.)
Having fair or light-colored hair.
FAQs About the word fair-haired
ξανθός
favoriteHaving fair or light-colored hair.
αγαπημένος,πολύτιμος,αγαπητέ,αγαπητέ/αγαπητή,αγαπημένος,αγαπημένος,πολύτιμος,γλυκό,θαυμαστός,λατρεμένος
αποτρόπαιος,περιφρονημένος,μισητός,αποδοκιμασμένο,αντιπαθής,ξεχασμένος,αγαπητός,εγκαταλελειμμένος,βδελυρός,αλλοτριωμένος
fairground => Λούνα Παρκ, fairbanks => Φέρμπανκς, fair-and-square => δίκαια και έντιμα, fair weather => καλό καιρό, fair use => εύλογη χρήση,