Greek Meaning of equableness

ευστάθεια

Other Greek words related to ευστάθεια

Definitions and Meaning of equableness in English

Webster

equableness (n.)

Quality or state of being equable.

FAQs About the word equableness

ευστάθεια

Quality or state of being equable.

ήπιος,εύκρατο,χλιαρός,ήπιος,λαμπρός,ήπιος,μέτριος,ειρηνικός,ευχάριστος,μαλακός

αέρας,σκληρός,βαρύς,ακραίος,τραχύς,σοβαρός,θυελλώδης,πικρός,άχαρος,αλαζονικός

equable => ισόρροπος, equability => ισότητα, eq => =, epworth league => Σύνδεσμος Επγουόρθ, epure => εξαγνισμός,