Greek Meaning of enure
αποτελείν
Other Greek words related to αποτελείν
Nearest Words of enure
Definitions and Meaning of enure in English
enure (v. t.)
See Inure.
FAQs About the word enure
αποτελείν
See Inure.
σκληρύνω,ενισχύω,προσαρμόζω,Προσαρμόζω,μαξιλάρι,οχυρώνω,σκληραίνει,ενισχύω,εποχή,Χάλυβας
εξάτμιση,μαλακώνω,εξασθενώ,ανάπηρος,εξασθενίζω,αποδυναμώνω,Μηριαίοι τένοντες,ανικανόποιω,χυμός,ευαισθητοποιώ
enunciatory => ερωτηματικός, enunciator => εκφωνητής, enunciative => επιδεικτικός, enunciation => προφορά, enunciating => εκφορά,