Greek Meaning of enshrines
εμψυχώνει
Other Greek words related to εμψυχώνει
Nearest Words of enshrines
Definitions and Meaning of enshrines in English
enshrines
to preserve or cherish as sacred, to enclose in or as if in a shrine
FAQs About the word enshrines
εμψυχώνει
to preserve or cherish as sacred, to enclose in or as if in a shrine
ανυψώνει,προάγει,μεγαλοποιεί,αυξάνει,αγιοποιεί,θεοποιεί,τιμά,ευγενίζει,Ανθρονίζει,υψώνει
υποβαθμίζει,ταπεινώνει,Μειώνει,ταπεινός,ταπεινώνει,ελαχιστοποιεί,ταπεινώνει,υποτιμά,Κατακρίνει,αποσβένει
enshrinement => enshrined, ensheathing => περιβάλλω, ensheathed => θηκάρι, ensheathe => ξεθηκαρώνω, ensembles => σύνολα,