Greek Meaning of humiliates

ταπεινώνει

Other Greek words related to ταπεινώνει

Definitions and Meaning of humiliates in English

humiliates

to reduce (someone) to a lower position in one's own eyes or others' eyes, to cause a loss of pride or self-respect

FAQs About the word humiliates

ταπεινώνει

to reduce (someone) to a lower position in one's own eyes or others' eyes, to cause a loss of pride or self-respect

ταπεινός,μπερδεύει,υποβαθμίζει,ταπεινώνει,δυσφημεί,ντροπιάζει,Εντροπιάζει,ντροπιάζει,ταπεινώνει,υποτιμά

συμπληρώματα,αναγνωρίζει,μεγαλοποιεί,χειροκροτεί,καυχιέται,αγιοποιεί,γιορτάζει,γειά μας,επικαλείται,Επαινεί

humidifying => ενυδατικός, humidified => υγραμένος, humdingers => χάμντινγκερ, humbugs => Χαζομάρες, humbuggeries => μωρολογίες,