Greek Meaning of drumbeater
Τυμπανιστής
Other Greek words related to Τυμπανιστής
- Πυροχαρής
- Μπόρα
- Μπλιτς
- Αστραπή
- βομβαρδισμός
- Κανονιοβολισμός
- Πυροβολισμοί
- πλημμύρα
- Τουφεκιά
- Χαλάζι
- σάλβα
- ντούζ
- παλίρροια
- χείμαρρος
- βολέ
- χιονοστιβάδα
- πλαϊνό
- εκραγώ
- κατακλυσμός
- καταρράκτης
- τρέχων
- κατακλυσμός
- εκφόρτιση
- κατσάδα
- κατάσχεση
- περίσσεια
- Πλημμυρίδα
- FLUSH
- περίσσευμα
- καταρράκτης
- Πλημμύρα
- έκρηξη
- εκροή
- έξαρση
- υπεραφθονία
- υπερχείλιση
- Δερματικό εξάνθημα
- Ποτάμι
- ρεύμα
- καταιγίδα
- Ρεύμα
- αύξηση
- πλεόνασμα
Nearest Words of drumbeater
Definitions and Meaning of drumbeater in English
drumbeater (n)
a fervent and even militant proponent of something
FAQs About the word drumbeater
Τυμπανιστής
a fervent and even militant proponent of something
Πυροχαρής,Μπόρα,Μπλιτς,Αστραπή,βομβαρδισμός,Κανονιοβολισμός,Πυροβολισμοί,πλημμύρα,Τουφεκιά,Χαλάζι
στάξιμο,στάζει,ντρίμπλα
drumbeat => Τύμπανο, drum winding => Τύλιγμα τυμπάνου, drum up => ξαναζεσταίνω, drum sander => Τροχιακός λειαντήρας, drum roll => Τύμπανα,