FAQs About the word drumhead court-martial

Στρατοδικείο επί τόπου

a military court convened to hear urgent charges of offenses committed in action

Στρατοδικείο,Ποινικό Δικαστήριο,Ανώτατο Δικαστήριο,Άρειος Πάγος,Ιερά Εξέταση,δικαστική εξουσία,Καγκουρώ δικαστήριο,παγκάκι,Φόρουμ,Δικαστικό όργανο

No antonyms found.

drumhead => μεμβράνη τυμπάνου, drumfish => τυμπανόψαρο, drumfire => Πυροβολισμοί, drumble => drumble, drumbeater => Τυμπανιστής,