Greek Meaning of drummer
ντράμερ
Other Greek words related to ντράμερ
- ακορντεονίστας
- Φαγκοτίστας
- Κλαρινετίστας
- Κλαρινετίστας
- Κορνετίστας
- βιολιστής
- Φλαουτίστας
- φλαουτίστας
- κιθαρίστας
- Αρπιστής
- Πιανίστας
- ομποΐστας
- Οργανίστας
- Κρουστός
- πιανίστας
- Γκάιντα
- Σαξοφωνίστας
- σολίστ
- τρομπονίστας
- τρομπετίστας
- βιολιστής
- Βιολιστής
- Συνοδός
- καλλιτέχνης
- Κορνετίστας
- Κορνίστας
- μαέστρος
- Οργανοπαίκτης
- καλλιτέχνης
- εργάτης αποθήκης
- ρεσιταλιστής
- Καλαμωτής
- συμφωνιστής
- βιρτουόζος
- οργανοπαίκτης
- μινστρέλος
- Μουσικός
- παίκτης
Nearest Words of drummer
Definitions and Meaning of drummer in English
drummer (n)
someone who plays a drum
drummer (n.)
One whose office is to best the drum, as in military exercises and marching.
One who solicits custom; a commercial traveler.
A fish that makes a sound when caught
The squeteague.
A California sculpin.
A large West Indian cockroach (Blatta gigantea) which drums on woodwork, as a sexual call.
FAQs About the word drummer
ντράμερ
someone who plays a drumOne whose office is to best the drum, as in military exercises and marching., One who solicits custom; a commercial traveler., A fish th
ακορντεονίστας,Φαγκοτίστας,Κλαρινετίστας,Κλαρινετίστας,Κορνετίστας,βιολιστής,Φλαουτίστας,φλαουτίστας,κιθαρίστας,Αρπιστής
No antonyms found.
drummed => Τύμπανα, drumly => θολό, drumlin => Δρούμλινο, drum-like => σαν τύμπανο, drumhead court-martial => Στρατοδικείο επί τόπου,