Greek Meaning of dressed-up
ντυμένος
Other Greek words related to ντυμένος
Nearest Words of dressed-up
- dressed to the nines => Ντυμένος με τα καλά του
- dressed ore => Στοιβαγμένο μετάλλευμα
- dressed => ντυμένος
- dressage => ιππική δεξιοτεχνία
- dress whites => λευκή στολή
- dress up => Ντύνομαι
- dress uniform => Στολή επίσημης εξόδου
- dress suit => κοστούμι
- dress shop => κατάστημα ρούχων
- dress shirt => πουκάμισο
Definitions and Meaning of dressed-up in English
FAQs About the word dressed-up
ντυμένος
στολισμένος,ντυμένη στην πένα,φανταχτερός
κουρελιασμένος,κουρελιασμένος,ατημέλητος,φθαρμένος,κουρελιασμένος,αγκαθωτός,κατεστραμμένος,ετερόκλητος,ατημέλητος,κουρελιασμένος
dressed to the nines => Ντυμένος με τα καλά του, dressed ore => Στοιβαγμένο μετάλλευμα, dressed => ντυμένος, dressage => ιππική δεξιοτεχνία, dress whites => λευκή στολή,