Greek Meaning of distanced

Αποστασιοποιημένος

Other Greek words related to Αποστασιοποιημένος

Definitions and Meaning of distanced in English

Webster

distanced (imp. & p. p.)

of Distance

FAQs About the word distanced

Αποστασιοποιημένος

of Distance

διαλυμένος,διασκορπισμένος,υποχώρησε,υποχώρησε,διασκορπισμένο,μετάδοση,μεταδιδόμενο,καθάρισε,διαλυμένος,διασκορπισμένος

προσχώρησε,συνάντησε,συναρμολογημένο,συγκλίνουσας,συλλεγμένοι

distance vision => Οπτική οξύτητα, distance => απόσταση, distally => απομακρυσμένα, distal muscular dystrophy => Απομακρυσμένη μυϊκή δυστροφία, distal => απομακρυσμένος,